Πώς παιδίατροι προκάλεσαν την επιδημία αλλεργίας στα φιστίκια
Διαβάζεται σε 7'Συνιστώντας στα παιδιά να αποφεύγουν την έκθεση στα φιστίκια μέχρι την ηλικία των 3 ετών, οι παιδίατροι μετέτρεψαν ακούσια ένα σπάνιο ζήτημα σε μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας.
- 20 Σεπτεμβρίου 2024 06:41
Οι θάνατοι από αλλεργίες στα φιστίκια είναι πραγματικοί και η ζωή με το πρόβλημα μπορεί να είναι τρομακτική για πολλά παιδιά, καθώς πρόκειται, σε κάποιες περιπτώσεις, για μία από τις πιο επιθετικές αλλεργίες.
Την τραγωδία επιτείνει η γνώση ότι η επιδημία αλλεργίας στα φιστίκια στις ΗΠΑ, όπως και σε άλλες χώρες της Δύσης, είναι σε μεγάλο βαθμό συνέπεια της πολιτικής για αποχή των μικρών παιδιά από την κατανάλωση φιστικιού.
Ο πανικός για την αλλεργία στα φιστίκια στις ΗΠΑ ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990, όταν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης άρχισαν να καλύπτουν ιστορίες παιδιών που πέθαναν από αλλεργία μετά από κατανάλωση και οι γιατροί άρχισαν να αναφέρονται δημόσια και όσο πιο συχνά μπορούσαν στο θέμα.
Στην πραγματικότητα, οι αλλεργίες στα φιστίκια εκείνη την εποχή ήταν σπάνιες και ως επί το πλείστον ήπιες.
Πιο συγκεκριμένα, το 1999, ερευνητές του νοσοκομείου Mount Sinai υπολόγισαν τη συχνότητα εμφάνισης αλλεργιών στα φιστίκια στα παιδιά σε 0,6%. Όμως, από το 2000 και μετά, η συχνότητα εμφάνισης άρχισε να αυξάνεται κατακόρυφα.
Οι γιατροί άρχισαν να παρατηρούν ότι περισσότερα παιδιά προσβάλλονταν από σοβαρή αλλεργία.
Αυτό που είχε αλλάξει δεν ήταν τα φιστίκια αλλά οι συμβουλές που έδιναν οι γιατροί στους γονείς σχετικά με αυτά, σύμφωνα με όσα αναφέρει στο νέο βιβλίου του «Blind Spots: When Medicine Gets It Wrong, and What It Means for Our Health», ο δρ Marty Makary, χειρουργός και ερευνητής δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins.
Η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής (AAP) θέλησε να ανταποκριθεί στην ανησυχία του κοινού λέγοντας στους γονείς τι πρέπει να κάνουν για να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τις αλλεργίες στα φιστίκια.
Η απαγόρευση κατανάλωσης φιστικιού
Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα: Οι γιατροί δεν γνώριζαν στην πραγματικότητα ποιες προφυλάξεις, αν υπήρχαν, θα έπρεπε να λάβουν οι γονείς. Αντί να το παραδεχτούν αυτό, το 2000 η AAP εξέδωσε σύσταση για τα παιδιά ηλικίας από 0 έως 3 ετών και τις έγκυες και θηλάζουσες να αποφεύγουν όλα τα φιστίκια.
Η επιτροπή της AAP ακολουθούσε τα βήματα του υπουργείου Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο δύο χρόνια νωρίτερα είχε συστήσει πλήρη αποχή από τα φιστίκια.
Αυτή η σύσταση αφορούσε τεχνικά μόνο τα παιδιά που διέτρεχαν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν αλλεργία, αλλά οι συντάκτες της AAP αναγνώρισαν ότι «η ικανότητα να προσδιορίσουμε ποια βρέφη είναι υψηλού κινδύνου δεν ήταν ξεκάθαρη».
Χρησιμοποιώντας την πιο αυστηρή ερμηνεία, ένα παιδί θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υψηλού κινδύνου, εάν οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας είχε κάποια αλλεργία ή άσθμα.
Πολλοί καλοπροαίρετοι παιδίατροι και γονείς διάβασαν τη σύσταση και σκέφτηκαν «γιατί να ρισκάρουμε;».
Έτσι, μια γενιά παιδίατρων υιοθέτησε ένα απλό μνημονικό για να το διδάξει σε όλους τους γονείς στα ιατρεία τους: «Θυμηθείτε 1-2-3. Ηλικία 1: ξεκινήστε το γάλα. Ηλικία 2: ξεκινήστε τα αυγά. Ηλικία 3: ξεκινήστε τα προϊόντα φιστικιού».
Παρά τις προσπάθειες αυτές, το πρόβλημα χειροτέρευε και μέχρι το 2004 ήταν σαφές ότι το ποσοστό των αλλεργιών στα φιστίκια αυξανόταν κατακόρυφα.
Οι επισκέψεις στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών για αναφυλαξία από φιστίκια, λόγω ενός απειλητικού για τη ζωή αλλεργικού οίδημα των αεραγωγών, εκτοξεύτηκαν στα ύψη.
Το 2016, η σχολική περιφέρεια Parkway στο Σεντ Λούις του Μιζούρι, ανέφερε 957 μαθητές με τεκμηριωμένες απειλητικές για τη ζωή τροφικές αλλεργίες, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν στα φιστίκια.
Το ποσοστό είχε αυξηθεί κατά 50% σε σχέση με μόλις έξι χρόνια πριν και περισσότερο από 1.000% σε σχέση με μια προηγούμενη γενιά. Σε απάντηση, πολλά σχολεία θέσπισαν απαγορεύσεις σε οποιοδήποτε προϊόν περιείχε φιστίκια.
Καθώς τα πράγματα χειροτέρευαν, πολλοί καθηγητές της δημόσιας υγείας διπλασίασαν τα μέτρα τους. Αν μόνο κάθε γονιός συμμορφωνόταν με την οδηγία της Παιδιατρικής Ένωσης, σκέφτηκαν, θα μπορούσαμε ως χώρα να κερδίσουμε επιτέλους τον πόλεμο κατά των αλλεργιών στα φιστίκια.
Όταν τα παιδιά έτρωγαν από μικρά φιστίκια δεν είχαν αργότερα αλλεργία
Ο δρ Gideon Lack από το Λονδίνο, ανοσολόγος με εξειδίκευση στην παιδιατρική αλλεργιολογία, είχε διαφορετική άποψη. Το 2000 έδινε μια διάλεξη στο Ισραήλ για τις αλλεργίες και ρώτησε τους περίπου 200 παιδιάτρους στο ακροατήριο: «Πόσοι από εσάς βλέπετε παιδιά με αλλεργία στα φιστίκια;». Μόνο δύο ή τρεις σήκωσαν τα χέρια τους. Πίσω στο Λονδίνο, σχεδόν όλοι οι παιδίατροι είχαν σηκώσει το χέρι τους στην ίδια ερώτηση.
Ξαφνιασμένος από αυτή την ασυμφωνία, είχε μια στιγμή έκλαμψης, καθώς γνώριζε ότι πολλά βρέφη στο Ισραήλ καταναλώνουν με μια τροφή με βάση τα φιστίκια που ονομάζεται Bamba.
Για τον Lack, αυτό δεν ήταν σύμπτωση και γρήγορα ξεκίνησε να συνεργάζεται με ερευνητές στο Τελ Αβίβ και την Ιερουσαλήμ για να ξεκινήσει μια επίσημη μελέτη.
Διαπίστωσε ότι τα εβραιόπουλα στο Ισραήλ είχαν το ένα δέκατο του ποσοστού των αλλεργιών στα φιστίκια σε σύγκριση με τα εβραιόπουλα που ζούσαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που υποδηλώνει ότι η γενετική προδιάθεση δεν ήταν υπεύθυνη, όπως είχε υποθέσει το ιατρικό κατεστημένο.
Έτσι, ο Lack και οι ισραηλινοί συνάδελφοί του δημοσίευσαν τη μελέτη τους με τίτλο «Η πρώιμη κατανάλωση φιστικιών στη βρεφική ηλικία συνδέεται με χαμηλό επιπολασμό της αλλεργίας στα φιστίκια».
Ωστόσο, η δημοσίευση του 2008 δεν ήταν αρκετή για να ξεριζώσει την ομαδική σκέψη.
Η αποφυγή των φιστικιών ήταν η σωστή απάντηση στα τεστ της ιατρικής σχολής και στις εξετάσεις του συμβουλίου, τα οποία γράφτηκαν και χορηγήθηκαν από το Αμερικανικό Συμβούλιο Παιδιατρικής.
Για σχεδόν μια δεκαετία μετά τη σύσταση της AAP για αποφυγή των φιστικιών, ούτε το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργιών και Λοιμωδών Νοσημάτων (NIAID) των ΗΠΑ, ούτε άλλα ιδρύματα θα χρηματοδοτούσαν μια μεγάλη μελέτη για να αξιολογήσουν αν η πολιτική αυτή βοηθούσε ή έβλαπτε τα παιδιά.
Εν τω μεταξύ, όσο περισσότερο οι αρμόδιοι της δημόσιας υγείας παρότρυναν τους γονείς να ακολουθήσουν τη σύσταση για αποφυγή από τα φιστίκια, τόσο αυξάνονταν τα ποσοστά αλλεργίας στις ΗΠΑ.
Από το 2005 έως το 2014, ο αριθμός των παιδιών που πήγαιναν στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών λόγω αλλεργίας στα φιστίκια τριπλασιάστηκε στις ΗΠΑ. Μέχρι το 2019, μια μελέτη εκτιμούσε ότι 1 στα 18 παιδιά στις ΗΠΑ είχε αλλεργία στα φιστίκια.
Τα σχολεία συνέχισαν να απαγορεύουν τα φιστίκια και οι ρυθμιστικές αρχές συναντήθηκαν για να εξαφανίσουν τα φιστίκια από τα παιδικά σνακ, την στιγμή που οι πωλήσεις των EpiPen (ενέσεις για την αντιμετώπιση της αλλεργίας) εκτοξεύτηκαν στα ύψη. Οι φαρμακευτικές εταιρείες επωφελήθηκαν αυξάνοντας τις τιμές και το EpiPen της Mylan Pharmaceuticals κοστίζει πλέον 600 δολάρια στις ΗΠΑ, σε σύγκριση με 30 δολάρια σε ορισμένες άλλες χώρες.
Σε μια δεύτερη κλινική δοκιμή, που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση New England Journal of Medicine το 2015, ο Lack συνέκρινε μια ομάδα βρεφών που εκτέθηκαν σε φιστικοβούτυρο σε ηλικία από 4 έως 11 μηνών με μια άλλη ομάδα που δεν είχε καμία έκθεση σε φιστίκια.
Διαπίστωσε ότι η πρώιμη έκθεση είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά 86% των αλλεργιών στα φιστίκια μέχρι το παιδί να φτάσει στην ηλικία των 5 ετών, σε σύγκριση με τα παιδιά που ακολουθούσαν τη σύσταση της AAP.
Πώς θα διόρθωναν όμως οι ειδικοί αυτό το τεράστιο χάος; Όταν η σύγχρονη ιατρική εκδίδει συστάσεις βασισμένες σε καλές επιστημονικές μελέτες, λάμπει. Αντίθετα, όταν οι γιατροί κυβερνούν με γνώμες και διατάγματα, δημιουργούν μία ντροπιαστική και επικίνδυνη Ιστορία.
Δυστυχώς, το ιατρικό δόγμα μπορεί να είναι πιο διαδεδομένο σήμερα από ό,τι στο παρελθόν, επειδή η δυσανεξία στις διαφορετικές απόψεις αυξάνεται, τόσο στην ιατρική όσο και σε ολόκληρη την κοινωνία.